Από το παράθυρο του γραφείου του διακρίνονται τα δέντρα του Εθνικού Κήπου. Πίσω από το τραπέζι του σχεδιαστή υπάρχει μια βιβλιοθήκη γεμάτη παλιά περιοδικά και φιγουρίνια. Το διαμέρισμα που φιλοξενεί το ατελιέ θα μπορούσε να περιλαμβάνεται στα λαμπρά σαλόνια της καλής αθηναϊκής κοινωνίας της δεκαετίας του 1950. Ο χώρος υποδοχής και η όμορφη μεγάλη σάλα, όπου βρίσκεται το δοκιμαστήριο με τα λεπτοφτιαγμένα παρισινά έπιπλα, σε ταξιδεύουν στον χρόνο σε χρώμα celadon – έτσι ονομάζεται το χαρακτηριστικό γαλαζοπράσινο της κινέζικης πορσελάνης, με το οποίο έχουν καλυφθεί οι τοίχοι. Στον ξύλινο καλόγερο, δώρο της φίλης του σχεδιαστή Λητώς Κατακουζηνού, θα μπορούσαν να κρέμονται πανωφόρια διακεκριμένων καλεσμένων αλλοτινών εποχών και πίσω από το γαλλικό παραβάν θα μπορούσε να αλλάζει η Τζένη Καρέζη ή η Οντρεϊ Χέπμπορν...
«Δεν πιστεύω ότι υπάρχει δημιουργός χωρίς εμμονές. Οι δικές μου είναι η στενή γυναικεία σιλουέτα, η φούστα μέχρι το γόνατο και οι ψηλοτάκουνες γόβες», μου είπε ο Βασίλης Ζούλιας. Και συνέχισε: «Με καταδιώκουν γυναίκες και κινηματογραφικές ταινίες. Η Ελλη Λαμπέτη ντυμένη από τον Ζαν Ντεσέ στο “Τελευταίο ψέμα”, η Αννα Μανιάνι με μυτερές γόβες και στενή φούστα στο “Μάμα Ρόμα”, η Μπριζίτ Μπαρντό στο φιλμ “Περιφρόνηση” του Ζαν Λυκ Γκοντάρ – η τελευταία μού ενέπνευσε μάλιστα τη συλλογή prêt-à-porter για την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2011. Εχω πάθος με το παρελθόν, ιδιαίτερα με την αισθητική της δεκαετίας του '50 και του '60. Μεγάλωσα στα sixties και θυμάμαι τη μητέρα μου να φοράει twinset και να περπατά στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, όπου ζούσαμε. Ονόμασα λοιπόν Old Athens τη συλλογή των αξεσουάρ, για να υπενθυμίσω την παλιά αίγλη της πόλης μου και να τιμήσω την κομψότητα και την ευγένειά της. Γενικά πιστεύω ότι η μόδα προχωράει κοιτώντας πίσω και ειλικρινά δεν με ενδιαφέρει καθόλου να είμαι trendy. Το ίδιο ισχύει και για τις πελάτισσές μου: θέλουν να διακρίνονται για το στυλ τους, να απολαμβάνουν ξεχωριστή ποιότητα και προσωπική εξυπηρέτηση».
Προφανώς μπορούν πια να βρίσκουν ό,τι ζητούν και γι' αυτό η επιχειρηματική προσπάθεια του Βασίλη Ζούλια -η οποία άρχισε το 2002, με τη συλλογή των αξεσουάρ- έχει σταθερά ανοδική πορεία. Πέντε χρόνια μετά το ξεκίνημα, ο σχεδιαστής παρουσίασε την πρώτη του κολεξιόν prêt-à-porter και ακολούθησε η σειρά Vassilis Emmanuel Zoulias - Haute Couture.
Παιδική επιθυμία
Πώς αποφάσισε ένας εξαιρετικά επιτυχημένος επαγγελματίας του styling και διευθυντής μόδας επί χρόνια, ένας άνθρωπος των περιοδικών, να γίνει ο ίδιος δημιουργός; «Επειδή δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τα καλά πράγματα στη ζωή μας! Αυτή ήταν μια παιδική μου επιθυμία και γι' αυτό λέω ότι ποτέ δεν πρέπει να εγκαταλείπουμε τα όνειρά μας. Εκανα την πρώτη μου φωτογράφιση μόδας όταν ήμουν 10 ετών, στην ταράτσα του σπιτιού μας, με ρούχα της μαμάς μου και μοντέλα τις φίλες μου. Μεγαλώνοντας πήγα στη Σχολή Βελουδάκη και πολύ γρήγορα απορροφήθηκα από τον χώρο της μόδας. Οι δεκαετίες '80 και '90 ήταν μια χρυσή εποχή για τα ελληνικά γυναικεία περιοδικά κι εγώ την έζησα από μέσα. Η τότε εμπειρία μου με βοήθησε να κάνω την αλλαγή στην καριέρα μου και τώρα πια αισθάνομαι ολοκληρωμένος».
Εχοντας σαφή γνώση του κόσμου της μόδας και με πολύ συγκεκριμένη άποψη για το τι σημαίνει στυλ, ο Βασίλης Ζούλιας έχει σημειώσει μεγάλες επιτυχίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Πολύ νωρίς τα παπούτσια του πέρασαν τον αυστηρό έλεγχο ποιότητας του νεοϋορκέζικου chic πολυκαταστήματος Bergdorf Goodman. Εχει ήδη στο ενεργητικό του μια πρόσκληση για την παρισινή Εβδομάδα Υψηλής Ραπτικής (Ανοιξη-Καλοκαίρι 2011). Είναι ένας από τους υποψήφιους σχεδιαστές για το επαναλανσάρισμα του οίκου της Ινές ντε λα Φρεσάνζ. Πάντως ο ίδιος, όπως και οι πελάτισσές του, επιμένουν ελληνικά με φανατισμό. «Ως σχεδιαστής είμαι παιδί του Athens Fashion Week», μου είπε. «Χάρη σε αυτή την διοργάνωση, μου δόθηκε η ευκαιρία να δείξω τη δουλειά μου στα αξεσουάρ και στη συνέχεια να “ντύσω” με δικά μου ρούχα τα παπούτσια μου. Ανέκαθεν πίστευα στην αξία και στη δυναμική της ελληνικής μόδας. Την υποστηρίζω όχι μόνο λόγω της τωρινής δουλειάς μου, αλλά επειδή κάτι τέτοιο μου το υπαγορεύει το έμπειρο μάτι του επί χρόνια στυλίστα. Διαθέτουμε αναγνωρίσιμες υπογραφές, ταλαντούχους σχεδιαστές αλλά και ένα συνειδητοποιημένο κοινό που επιλέγει να διαθέσει ένα μέρος του budget του σε Eλληνες δημιουργούς. Θυμάμαι ότι κάποτε χρησιμοποίησα στα παπούτσια μου σόλες αγορασμένες στην Ιταλία και ότι κάποιες πελάτισσες διαμαρτυρήθηκαν. Ηθελαν τα χειροποίητα παπούτσια τους να γράφουν Made in Greece!» ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ - ΓΥΝΑΙΚΑ